Το σχέδιο της κυβέρνησης για το σχολείο του αύριο προβλέπει εθνικό Απολυτήριο που θα προκύπτει από τους βαθμούς και των τριών τάξεων του Λυκείου και θα αποκτάται μέσω εξετάσεων σε θέματα που θα προέρχονται εξ ολοκλήρου (;) από τράπεζα θεμάτων. Το Εθνικό Απολυτήριο θα αποτελεί το εισιτήριο εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Συμπεραίνουμε, λοιπόν, ότι η εφαρμογή του νέου αυτού συστήματος θα ξεκινήσει από τους μαθητές της φετινής Γ Γυμνασίου, γιατί δεν γίνεται να εφαρμοστεί από τους μαθητές που βρίσκονται φέτος στην Α Λυκείου και μέχρι να ψηφιστεί ο απαιτούμενος νόμος θα έχει τελειώσει η χρονιά. Ούτε, φυσικά, προλαβαίνει να ετοιμαστεί η τράπεζα θεμάτων. Η λογική λέει, λοιπόν, ότι το 2020, το 2021 και το 2022 θα βαδίσουμε με το υπάρχον σύστημα. Αν μας διευκρινίσουν τα κενά που ακόμα υπάρχουν στο εξεταστικό σύστημα, όπως πως θα αποκτούν το απολυτήριο Λυκείου (με περιφερειακές ή ενδοσχολικές εξετάσεις) οι μαθητές αυτά τα τρία χρόνια και ποιες σχολές θα περιλαμβάνει κάθε επιστημονικό πεδίο, τότε θα ξέρουμε πως θα πορευτούμε τα επόμενα τρία χρόνια των Πανελλαδικών Εξετάσεων.
Ως προς την τράπεζα θεμάτων υπάρχουν κάποια προβλήματα που προέκυψαν κατά την πρώτη εφαρμογή της που έγινε κυριολεκτικά στο πόδι. Κατ’ αρχάς πρόκειται για μία πρόταση του ΟΟΣΑ που σκοπό έχει να έχουμε αντικειμενική αξιολόγηση των μαθητών με το μικρότερο δυνατό κόστος και είναι πολύ καλή ιδέα. Ανοικτή ή κλειστή είναι το ερώτημα που προκύπτει, με την κάθε μία εκδοχή να έχει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν, στην προηγούμενη εφαρμογή της, ήταν κυρίως δύο: Στα μαθήματα που είχαν μικρή ύλη, προκειμένου να δημιουργηθούν πολλές ερωτήσεις έφτασαν να ζητούνται ασήμαντες λεπτομέρειες, πέρα από κάθε παιδαγωγική λογική. Η δεύτερη παρενέργεια ήταν ότι οι μαθητές αρνούνταν να λύσουν οποιαδήποτε άσκηση δεν περιλαμβανόταν στην τράπεζα θεμάτων και, γενικά, ενδιαφέρονταν μόνο για ό,τι θα μπορούσε να τους εξασφαλίσει καλό βαθμό. Η αλήθεια είναι όμως ότι με την τράπεζα θεμάτων οι μαθητές άρχισαν να διαβάζουν και αυτό είναι πολύ καλύτερο από αυτό που ακολούθησε μετά την κατάργησή της, όπου οι μαθητές σταμάτησαν να διαβάζουν, αφού γνώριζαν καλά ότι, χωρίς καμία προσπάθεια, θα περάσουν στην επόμενη τάξη, θα πάρουν απολυτήριο λυκείου και θα περάσουν και στο Πανεπιστήμιο.
Το μεγαλύτερο, όμως, πρόβλημα είναι ότι με αυτά τα μέτρα επιστρέφουμε στο 2014 και ξηλώνεται οτιδήποτε νομοθετήθηκε από τότε. Αυτό είναι, εν μέρει, λογικό γιατί η μείωση των εξεταζομένων μαθημάτων και η προαγωγή από τη μία τάξη στην άλλη χωρίς καθόλου κόπο έφερε τη διάλυση του σχολείου και την αφασία των μαθητών. Όμως δεν γίνεται κάθε φορά που αλλάζει η κυβέρνηση να έχουμε συνολική ανατροπή στην εκπαίδευση. Ας θυμηθούμε ότι η προσπάθεια για το νέο Λύκειο της κας Διαμαντοπούλου δεν έγινε νόμος όταν Υπουργός Παιδείας ήταν ο κ. Μπαμπινιώτης γιατί η ΝΔ ήθελε να ψηφίσει αυτή το Νέο Λύκειο, όταν θα ερχόταν στην εξουσία, πράγμα που έγινε δια του κ. Αρβανιτόπουλου. Ξηλώθηκε αυτό όταν έγινε κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ, για να ξηλωθεί τώρα αυτό που δημιούργησε ο ΣΥΡΙΖΑ, και να επιστρέψουμε στο 2014. Μπορούμε με ασφάλεια να προβλέψουμε ότι όταν αλλάξει πάλι η κυβέρνηση, γιατί αυτό κάποια στιγμή θα γίνει, η νέα κυβέρνηση θα ξηλώσει το σύστημα που τώρα ευαγγελίζεται ο κ. Αντωνίου και πάει λέγοντας.
Είναι προφανές ότι δεν μπορεί έτσι να προχωρήσει η χώρα μας μπροστά. Ο κόσμος αλλάζει με ιλιγγιώδεις ταχύτητες και εμείς παίζουμε ακόμη με το Εθνικό Απολυτήριο, που πρώτος είχε προσπαθήσει να καθιερώσει ο Γιώργος Παπανδρέου πριν από 22 χρόνια και ακόμη δεν έχει εφαρμοστεί. Εμείς μένουμε πίσω συνεχώς και η απόστασή μας από τις χώρες που προοδεύουν όλο και μεγαλώνει. Θυμάστε που έλεγε ο Ανδρέας Παπανδρέου ότι δεν θα γίνουμε τα γκαρσόνια της Ευρώπης, θεωρώντας ότι έχουμε πολύ καλύτερες προοπτικές; Τώρα παρακαλούμε να γίνουμε τα γκαρσόνια της Ευρώπης και προσπαθούμε να αυξήσουμε τη ροή των τουριστών, τα χρήματα που φέρνουν και να αυξήσουμε την τουριστική σεζόν. Φαίνεται ότι χάνουμε οριστικά το τρένο της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, όπως χάσαμε και τα προηγούμενα, οπότε ο τουρισμός θα είναι η μόνη ελπίδα μας.
Αν θέλουμε να προχωρήσει η χώρα μας θα πρέπει να απαιτήσουμε από το πολιτικό προσωπικό να συνεννοηθεί και να χαράξει κοινή γραμμή για την εκπαίδευση για τα επόμενα είκοσι χρόνια, που δεν θα αλλάζει κάθε φορά που θα έχουμε κυβερνητική αλλαγή. Επειδή το πολιτικό προσωπικό δεν δείχνει, μέχρι τώρα, καμία τέτοια διάθεση πρέπει εμείς οι πολίτες να πιέσουμε, ώστε να γίνουν οι απαραίτητοι συμβιβασμοί και να εκπονηθεί το σχέδιο για τα επόμενα 20 χρόνια, που θα μας επιτρέψει να αποκτήσουμε αξιοπρεπή εκπαίδευση και, κυρίως, μέλλον ως χώρα.
Του Στράτου Στρατηγάκηnaftemboriki.gr